Χαρακτήρες


Στο ελληνικό θέατρο σκιών υπάρχει μεγάλη ποικιλία από χαρακτήρες. Κάθε καραγκιοζοπαίκτης ανάλογα με τις ανάγκες του ρεπερτορίου του, έβγαζε κι έναν καινούριο χαρακτήρα. Τους κλασικούς χαρακτήρες που έχουν επιτυχία μέχρι σήμερα θα δούμε παρακάτω.

Καραγκιόζης Καραγκιοζόπουλος


Πρωταγωνιστής στο ελληνικό θέατρο σκιών. Αρχικά το επώνυμό του ήταν «Καραγκιοζούντσος» αλλά για να φαίνεται πιο ελληνικό έγινε «Καραγκιοζόπουλος». Μπορεί το όνομά του και κάποια χούγια του να είναι εκπνευσμένα από τον τούρκο χαρακτήρα Κάραγκιοζ που σημαίνει μαυρομάτης όμως ελληνοποίηθηκε και προσαρμόστηκε στα ελληνικά δεδομένα. Όπως ο απλός έλληνας αγωνίζεται για να ζήσει την οικογένεια του, έτσι κι ο Καραγκιόζης περνάει από ένα σωρό περιπέτειες και πολλές φορές τρώει ξύλο για να καταφέρει να φέρει ένα κομμάτι ψωμί στο σπίτι του. Ξέγνοιαστος, πλακατζής, καλαμπουρτζής και πονηρός όμως καλόψυχος. Αυτοσαρκάζεται κι όποτε του αρέσει κάνει τον κουτό κι άλλοτε τον έξυπνο. Τεμπελάκος και υπναράς. Ευφυολόγος και ετοιμόλογος. Θυμόσοφος, ελεύθερο και ανήσυχο πνεύμα μπλέκει σε κωμικοτραγικές καταστάσεις. Παρορμητικός και διπλωμάτης τα καταφέρνει πάντοτε στα δύσκολα, είτε τρώγοντας ή δίνοντας ξύλο, είτε με την εξυπνάδα και τη φιλοσοφία του.
Είναι ο έλληνας που σατιρίζει και ασκεί κριτική στην εξουσία, διαμαρτύρεται και γελοιοποιεί και χλευάζει και διακωμωδεί τους πάντες και τα πάντα. Η γλώσσα του κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει.
Μένει σε ετοιμόρροπη παράγκα μαζί με την οικογένειά του.
Κατεργάρης, εφευρετικός, ατίθασος, απείθαρχος, αντιεξουσιαστής, θρασύς και γενναίος ακόμα κι εκεί που δεν τον παίρνει. Φτωχός, μπαλωμένος, μονίμως πεινασμένος, ξυπόλητος με την παραδοσιακή βράκα των προσφύγων και το γιλέκο. Καμπούρης με μεγάλα εκφραστικά μάτια, μεγάλη μύτη και μακρύ χέρι.
Αγράμματος και λεξηπλάστης. Συνηθίζει να κάνει λογοπαίγνια.
Χαρακτηριστική η δυνατή βραχνή του φωνή.
Συνήθως τραγουδάει αμέριμνα. Άλλοτε μεθυσμένος, άλλοτε για να ξεχάσει την πείνα του και τις σκοτούρες του και άλλοτε μόνο για χαβαλέ:

«Σιγανοβράζει φασουλάδα
μες στο τσουκάλι σα μια θάλασσα πλατιά
μου φέρνει στο μυαλό ζαλάδα
ο φλοίσβος του ζουμιού της μες τα αυτιά.
Ω χαίρε! Ω χαίρε! Ω χαίρε φασουλάδα μου
χαίρε γριά νταρντάνα
όποιος σε τρώει ακούγετε
σε όλη την Ελλάδα!»

Αγλαΐα Καραγκιοζοπούλου

Είναι η γυναίκα του Καραγκιόζη. Φτωχή, ταλαιπωρημένη, κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού (παράγκα) και ξενοδουλέυει για να τα βγάλει πέρα οικογενειακώς. Άλλοτε υπομονετική και άλλοτε παραπονιάρα και γκρινιάρα με τα καμώματα του ανεπρόκοπου άντρα της.

Κολλητήρης Καραγκιοζόπουλος

Είναι ο μεγάλος γιος του Καραγκιόζη. Μικρογραφία του πατέρα του. Δημιούργημα του Μίμαρου (Δημήτρη Σαρδούνη). Αρχικά παρουσιαζόταν στο μπερντέ ως αλάνης, άτακτος και πειραχτήρι αλλά καθιερώθηκε ως το πιο σεβαστικό κι εξυπνότερο παιδί του Καραγκιόζη απ ‘όταν βγήκαν τα άλλα δυο αδέρφια του. Μεγάλωσε πλέον…

Κοπρίτης Καραγκιοζόπουλος

Ο μεσαίος γιος του Καραγκιόζη. Άτακτος, αλάνης, τεμπέλης, εξυπνάκιας, σκράπας και κοπανατζής απ ‘το σχολείο. Δημιούργημα του Δημήτρη Νταλιάνη (Μανωλόπουλου).

Μπιρικόκος Καραγκιοζόπουλος

Ο μικρότερος γιος του καραγκιόζη. Ατίθασος και πειραχτήρι. Όλο σκανδαλιές. Κι αυτός πρωτοεμφανίστηκε στον μπερντέ από το Δημήτρη Νταλιάνη (Μανωλόπουλο).

Χατζηαβάτης Τσελεπής


Μεσίτης, θεληματάρης και τελάλης. Κολλητός φίλος του Καραγκιόζη. Τις τρώει συχνά απ’ τον Καραγκιόζη λόγω ότι έχει αδύναμο και δειλό χαρακτήρα. Κόλακας, ταπεινός, φρόνιμος, δουλοπρεπής, υποχωρητικός, φοβητσιάρης και συμβιβασμένος φουκαράς με κακομοιρίστικη φωνή. Υποκύπτει στην εξουσία λόγω της φτώχειας του και της κακομοιριάς του. Κάνει ότι μπορεί για να επιβιώσει αυτός και η οικογένειά του.
Συνήθως αναθέτει δουλειές στον Καραγκιόζη.
Κάποιες φορές γίνεται εκδικητικός. Ποτέ όμως μισητός καθώς τις περισσότερες φορές είναι για λύπηση.  Η φιγούρα του Χατζηαβάτη είναι κι αυτή εμπνευσμένη από τον χαρακτήρα Χάτζιβατ του τούρκικου θεάτρου σκιών. Αρχικά παρουσιαζόταν ως ταχυδρόμος.
Μερακλής στο τραγούδι. Παρουσιάζεται στη σκηνή τραγουδώντας και χορεύοντας σμυρναίικα και παραδοσιακά τραγούδια:

«Άσπρο μου τριανταφυλλάκι
βασιλιά των λουλουδιών
ποιος αρνήθει την αγάπη
να την αρνηθώ κι εγώ
για λε λε λε λε λι για λε λε λε λε λι.....»

Σιορ-Διονύσιος Φρίγκος


Κατάγεται από τη Ζάκυνθο από παλιά αρχοντική ξεπεσμένη οικογένεια. Συμβολίζει τον τύπο του ψευτοαριστοκράτη. Μιλάει με ζακυνθινή προφορά. Ρομαντικός, ομιλητικός, σχεδόν πάντα είναι ερωτευμένος. Καλόκάγαθος, αξιοπρεπείς, φινετσάτος κι ευγενικός αλλά πολλές φορές λόγω ότι πέφτει θύμα του Καραγκόζη, γίνεται εγωιστής και νευρικός βρίζοντας. Πρωτοεμφανίστηκε στο μπερντέ από το Μίμαρο. Για πρώτη φορά στο ελληνικό θέατρο παρουσιάζεται ζακυνθινός χαρακτήρας.
Ο Σιορ-Διονύσιος είναι πάντα κομψός μ’ ευρωπαϊκό ντύσιμο και ψηλό καπέλο. Εμφανίζεται στη σκηνή τραγουδώντας μια ζακυνθινή καντάδα ή κάποιο τραγούδι της περιοχής του:

«Τι ωραία που - τι ωραία που είναι η Ζάκυνθος
να ‘τανε ποιο - να ‘τανε ποιο μεγάλη
που ‘χει τα σπίτια τα ψηλά
κάτω στο πε - κάτω στο περιγιάλι.»

Σταύρος Τζίμης


Γνωστός ως Σταύρακας. Πειραιώτης με καταγωγή από Σύρο. Συμβολίζει τον τύπο του ψευτόμαγκα που κάνει το νταή και τον παλικαρά. Δε μασάει τα λόγια του. Είναι όλο μόστρα, μπεκρής, απειλητικός, ευθύς και θρασύς αλλά πάντοτε τις τρώει. Παρ’ όλα αυτά είναι συμπαθής. Μιλάει την αργκό με χαρακτηριστική μάγκικη προφορά. Κουτσαβάκης με το χαρακτηριστικό μακρύ ζωνάρι και το σακάκι που κρέμεται. Κρατάει κομπολόι στο χέρι και μαχαίρι και κουμπούρα στο ζωνάρι. Είναι τύπος που καυχιέται για τον εαυτό του. Πρωτοεμφανίστηκε στον μπερντέ το 1905 από το Γιάννη Μώρο σατιρίζοντας τους μάγκες του Ψυρρή και της Πλάκας.
Μπαίνει στη σκηνή πάντα τραγουδώντας και χορεύοντας ζεϊμπέκικο:

«Ένας μάγκας στο Βοτανικό
πι και φι ξηγιέται στο λεπτό
στα μπουζούκια και στα καμπαρέ
και μες το ρεμπέτικο καρέ
μισές τραβάει, ποτήρια σπάει,
σκίζεται για μια μελαχρινή,
μα στη σούρα του κοιτάει
και καμιά ξανθή.»

Μορφονιός


Σατιρίζει τους βουτυρομπεμπέδες και τους λιμοκοντόρους. Κοντός με τεράστιο κεφάλι και μεγάλη μακριά μύτη. Η φωνή του είναι ένρινη. Νομίζει πως είναι ωραίος και πως όλοι τον ζηλεύουν. Εγωιστής, δανδής και ονειροπόλος μα αφελής κι ευκολόπιστος. Σαν ωραιοπαθής που είναι έχει την ιδέα ότι πέφτουν ξερές όσες κοπέλες τον βλέπουν. Έχει δειλό χαρακτήρα και κάνει ότι του πει η μαμά του. Δημιούργημα του Αντώνη Παπούλια (Μόλλα).
Βγαίνει στη σκηνή τραγουδώντας ή απαγγέλλοντας κάποιο αστείο τετράστιχο:

«Μένα με λένε Μορφονιό
με λεν χρυσό καμάρι
κι όλες οι νιες τρελαίνονται
πια θα με πρωτοπάρει.»

Σολομών Ντανέλια


Εβραϊκής καταγωγής. Σατιρίζει τους παλαιούς εβραίους που ζούσαν σε γειτονιές της Θεσσαλονίκης. Έμπορας με μαγαζί στη Θεσσαλονίκη. Τσιγγούνης, φιλοχρήματος και πονηρός. Μιλάει σπαστά ελληνικά με σεφαραδίτικη* προφορά. Έχει μακρύ λαιμό και οι κινήσεις του είναι κωμικές. Δημιούργημα του Γιάννη Πρεβεζάνου. Αρχικά παρουσιαζόταν στο μπερντέ ως τελάλης αλλά καθιερώθηκε ως έμπορας.
Παρουσιάζεται στο μπερντέ τραγουδώντας κάποιο ακαταλαβίστικο σεφαραδίτικο* τραγούδι:

«Βίζο λα βίζο λα βίζο
πρίμα λα ικάντο
έστε περλέμος Σαββατιές
καρακίζο λε βάμος
βίζο λα λε βάμος ζα
έστε περλέμος ζα
οζά οζά έστε περλέμος ζα»

* Σεφαραδίτικα είναι Ισπανο-εβραϊκή γλώσσα όπου έφεραν οι εβραίοι που εκδιώχτηκαν από την Ισπανία το 15ο αιώνα και καθώς δέχτηκε επιρροές από διάφορες άλλες, έχασε το 97% του πληθυσμού της.

Μπαρμπαγιώργος


Ονομάζεται Γιώργος Μπλατσάρας. Βλάχος τσέλιγκας, θείος του Καραγκιόζη. Είναι αγαθός, ευκολόπιστος κι απονήρευτος και την πατάει με τα χουνέρια του Καραγκιόζη. Μιλάει με βλάχικη προφορά. Ψηλός, σωματώδης, ορμητικός, χειροδύναμος, θαρραλέος, ευθύς, αισιόδοξος. Αφελής, προληπτικός και τσιγκούνης. Ερωτιάρης και φιλάρεσκος. Ο φόβος κι ο τρόμος των τούρκων. Ο Γιάννης Ρούλιας τον παρουσίασε στο μπερντέ το 1899 λόγω ότι οι θεατές έβλεπαν τον Καραγκιόζη και άλλους έλληνες χαρακτήρες να τρώνε ξύλο από την οθωμανική εξουσία και αγανακτούσαν.  Έτσι σκέφτηκε να παρουσιάσει αυτόν το λεβέντη βλάχο με την παραδοσιακή φουστανέλα των βουνίσιων, τα τσαρούχια και τη γκλίτσα στον ώμο να δέρνει το Βεληγκέκα. Αρχικά είχε σε πρωταγωνιστικό ρόλο το Μπαρμπαγιώργο και όχι τον Καραγκιόζη. Μάλιστα ο Ρούλιας είχε διαφημιστικό «Λαϊκό Θέατρο ο Μπαρμπαγιώργος».
Ο Μπαρμπαγιώργος εμφανίζεται στη σκηνή τραγουδώντας και χορεύοντας ένα δημοτικό τραγούδι:

«Ωρέ μια βλα μάναμ ποια βλα
μια βλάχα μια παλιόβλαχα
μια βλάχα μια παλιόβλαχα
και του Νταβέλη η μα,
και του Νταβέλη η μάνα.»

Πασάς

Βέβαια πασάδες στο θέατρο σκιών είναι αρκετοί αλλά έχουν όλοι περίπου τον ίδιο χαρακτήρα. Ένας πασάς εκπροσωπεί την εξουσία. Διοικητής του τόπου. Μεγαλοπρεπής και σοβαρός. Αυστηρός στις διαταγές του και επίμονος. Ανάλογα με το έργο μπορεί να παρουσιάζεται αγαθός κι ευκολόπιστος. Στα ηρωικά έργα παρουσιάζεται σκληρός, άδικος, βίαιος, ιδιοτελής, εγωιστής, επιβλητικός, καιροσκόπος, στυγνός, κακοήθης, αυταρχικός και βάρβαρος.

Ταχήρ

Τούρκος αξιωματικός. Υπασπιστής του σαραγιού. Συνήθως αναθέτει εργασίες στον Χατζηαβάτη.

Βεληγκέκας ή Δερβέναγας

Τουρκοαλβανός στρατιώτης του σαραγιού. Θυρωρός. Βίαιος χαρακτήρας. Μιλάει σπαστά ελληνικά με λέξεις ανάμικτες τούρκικες και αρβανίτικες και είναι το δεξί χέρι του Πασά.  Το «Δερβέναγας» προέρχεται από τις τούρκικες λέξεις «δερβέν» και «αγά». «Δερβέν» σημαίνει «στενό πέρασμα» και η λέξη «αγά» που σημαίνει «άρχοντας» ή «διοικητής». Δημιούργημα του Μίμαρου (Δημήτρη Σαρδούνη) όπου τον πρωτόβγαλε στην παράσταση του «Ο Κατσαντώνης» να σκοτώνεται σε μονομαχία με τον Κατσαντώνη. Ο Βεληγκέκας ή Δερβέναγας υπήρξε πραγματικό πρόσωπο. Η καταγωγή του ήταν απ’ την Αλβανία απ’ την πόλη Σκόδρα. Ο Αλή-Πασάς τον προσέλαβε ως στρατιώτη στο διωγμό τον Ελλήνων. Στα Άγραφα κατά την παράδοση, κλήθηκε σε μονομαχία με τον Κατσαντώνη το 1806 στην οποία σκοτώθηκε. Η άλλη εκδοχή είναι πως ένα παλληκάρι του Κατσαντώνη, φοβισμένος μήπως σκοτωθεί στη μονομαχία, σκότωσε το Βεληγκέκα. Η τοποθεσία ονομάστηκε «Στου Βελή».

Βεζυροπούλα

Όμορφη, τσαχπίνα αλλά κακομαθημένη. Ναζιάρα κι ευγενική στην ομιλία της. Συνήθως κάνει του κεφαλιού της και εξοργίζει τον πατέρα της. Τα παλιά χρόνια κάποιοι καραγκιοζοπαίκτες, μόλις εμφανιζόταν η βεζυροπούλα στη σκηνή, άνοιγαν αρώματα και το κοινό εντυπωσιαζόταν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου